Το κάταγμα σπονδύλου αποτελεί μια κατάσταση εξίσου συνήθη σε ανθρώπους μικρής και μεγάλης ηλικίας, με την αιτιολογία πρόκλησης όμως να διαφέρει. Τα πιο συνήθη κατάγματα της σπονδυλικής στήλης είναι αυτά του οσφυϊκού σπονδύλου, στην περιοχή της μέσης, και αντιμετωπίζονται ανάλογα με το είδος τους, το οποίο καθορίζεται από το λόγο που προκλήθηκε η κάκωση.
Ως κάταγμα σπονδυλικής στήλης ορίζεται η οστική κάκωση των σπονδύλων. Ουσιαστικά πρόκειται για αλλοίωση της οστικής δομής του σπονδύλου, με αποτέλεσμα την παραμόρφωσή του ή ακόμη και τη λύση της συνέχειας της οστικής του περιφέρειας (περιόστεο).
Τα κατάγματα της σπονδυλικής στήλης χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, βάσει του μηχανισμού και του αιτίου κακώσεως.
Τα τραυματικά κατάγματα αποτελούν τις κακώσεις εκείνες οι οποίες συμβαίνουν σε φυσιολογικά οστά και απαιτούν μεγάλες δυνάμεις και φορτία. Ένα τραυματικό κάταγμα μπορεί να προκληθεί έπειτα από πτώση, σε κάποιο εργατικό ατύχημα για παράδειγμα, να προκύψει εξαιτίας ενός τροχαίου ατυχήματος ή ακόμα και λόγω κάποιου τραυματισμού κατά τη διάρκεια ενός αθλήματος. Για το λόγο αυτό, η τραυματική κάκωση σχετίζεται σε πολλές περιπτώσεις με ανθρώπους νεαρής ηλικίας.
Το κάταγμα που ονομάζεται αυτόματο ή παθολογικό είναι αυτό το οποίο συμβαίνει σε παθολογικά οστά και δεν απαιτεί τόσο μεγάλες δυνάμεις. Συνηθέστερα αυτών είναι τα κατάγματα σε έδαφος οστεοπόρωσης ή μεταστάσεων. Όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, οι αυτόματες ή παθολογικές κακώσεις αφορούν, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας των οποίων η οστική πυκνότητα είναι μειωμένη οπότε είναι πιο ευάλωτοι συγκριτικά με μικρότερης ηλικίας άτομα.
Τα αίτια τα οποία συνδέονται με την πρόκληση ενός κατάγματος σπονδύλου θα μπορούσαν να ταξινομηθούν σύμφωνα με τα δύο βασικά είδη των καταγμάτων. Κατά συνέπεια, προκύπτουν δύο βασικές ομάδες αιτίων, οι οποίες είναι οι παρακάτω:
● διάφοροι τραυματισμοί: Κυρίως σε άτομα νεαρής ηλικίας, χωρίς να αποκλείονται και άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας, η πρόκληση ενός τραυματισμού από κάποια ακραία αθλητική δραστηριότητα, εξαιτίας κάποιας πτώσης από μεγάλο ύψος ή κατά τη διάρκεια ενός τροχαίου ατυχήματος, ενδέχεται να ενοχοποιείται για μια κάκωση σε κάποιο σημείο της σπονδυλικής στήλης.
● μειωμένη οστική πυκνότητα: Με την πάροδο των ετών, σε πολλούς ανθρώπους παρατηρείται μείωση της οστικής πυκνότητας. Η διάγνωση, συνεπώς, ενός κατάγματος της σπονδυλικής στήλης σε ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, με οστεοπόρωση ή οστεομαλακία για παράδειγμα, είναι πολύ συνηθισμένη.
Τα συμπτώματα μιας κάκωσης σπονδύλου, τα οποία μπορεί να είναι προσωρινά ή και μόνιμα σε κάποιες περιπτώσεις, καθορίζονται σύμφωνα με το αίτιο που την προκάλεσε, το ακριβές σημείο που έχει συμβεί και συνολικά μπορεί να διαφοροποιούνται από ασθενή σε ασθενή.
Ο ασθενής με κάταγμα στην σπονδυλική στήλη εμφανίζεται, συνήθως, στον γιατρό με οξύτατο άλγος (πόνο) στο ύψος που αυτό έχει συμβεί. Το άλγος αυτό είναι δυνατόν ανάλογα με την εντόπισή του να αντανακλάται στα χέρια, στον κορμό (κοιλιακό τοίχωμα ή πλευρά) και στα πόδια ή στη λεκάνη.
Αν συνυπάρχει δε και υποκείμενη κάκωση του νωτιαίου μυελού είναι δυνατόν να εμφανιστούν παρέσεις (παραλύσεις) των άνω ή και κάτω άκρων και διαταραχές ούρησης και αφόδευσης.
Αν το συμβάν λάβει χώρα στην ανώτερη αυχενική μοίρα μπορεί να εμφανιστούν διαταραχές αναπνοής και αιφνίδιος θάνατος.
Συνοψίζοντας τα συμπτώματα που συνδέονται με τα κατάγματα της σπονδυλικής στήλης, προκύπτουν τα εξής:
● οξύς πόνος (άλγος), που ενδεχομένως αντανακλάται σε χέρια, κορμό, πόδια ή λεκάνη
● περιορισμός κινητικότητας της σπονδυλικής στήλης ή και παραμόρφωση που οδηγεί σε κύφωση (καμπούριασμα)
● βλάβη της αισθητικής λειτουργικότητας
● παράλυση (πάρεση) χεριών ή ποδιών
● διαταραχές στην ούρηση ή την αφόδευση
● διαταραχές στην αναπνοή
Η διάγνωση των καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης αποτελεί έναν συνδυασμό ενεργειών, προκειμένου να καθοριστεί ακριβώς το είδος της κάκωσης και, με τον τρόπο αυτό, να σχεδιαστεί το ιδανικό πλάνο θεραπείας. Η διαγνωστική διαδικασία περιλαμβάνει τα εξής βήματα:
● Λήψη λεπτομερούς ατομικού ιατρικού ιστορικού του ασθενή: Ως βασικός στόχος τίθεται το να εντοπιστεί το αίτιο του κατάγματος και να καταγραφεί οποιαδήποτε λεπτομέρεια, ώστε να είναι όσο πιο ακριβής η διάγνωση και αποτελεσματική η αντιμετώπιση.
● Πραγματοποίηση κλινικής εξέτασης του ασθενή: Η κλινική εξέταση είναι πολύ σημαντική, προκειμένου να ελεγχθεί η δυνατότητα βάδισης, η ισχύς των μυών συνολικά καθώς και τα αντανακλαστικά.
● Διενέργεια ακτινογραφίας και αξονικής τομογραφίας: Οι εξετάσεις αυτές θα βοηθήσουν στο να αναλυθούν πλήρως οι οστικές δομές.
● Διενέργεια μαγνητικής τομογραφίας: Η εξέταση αυτή δεν πάντα απαραίτητη, αλλά επιβάλλεται όταν συνυπάρχει μυελική κάκωση.
Η θεραπεία ενός κατάγματος σπονδύλου εξαρτάται ανά ασθενή και καθορίζεται, κατά κύριο λόγο, από το είδος του. Δεν χρήζουν, δηλαδή, όλοι οι τύποι καταγμάτων χειρουργικής αντιμετώπισης. Βασικό κριτήριο για αυτό αποτελεί η ύπαρξη ή μη αστάθειας. Αυτό αξιολογείται κλινικά ή παρακλινικά, με απεικονιστικές εξετάσεις, από το χειρουργό. Συνεπώς, η αντιμετώπιση μπορεί να είναι είτε επεμβατική, με χειρουργείο ή κάποια ελάχιστα επεμβατική τεχνική, είτε συντηρητική, για παράδειγμα η χρήση ειδικού κηδεμόνα για κάταγμα.
Η συντηρητική θεραπεία αποτελεί σε πολλές περιπτώσεις μια εξαιρετικά αποτελεσματική μέθοδο αντιμετώπισης. Συντηρητικά μέτρα αντιμετώπισης αποτελούν η χρήση ειδικού κηδεμόνα ή κολάρου και αποφυγή φόρτισης της σπονδυλικής στήλης για περίπου δύο μήνες χωρίς ο ασθενής να μείνει κλινήρης. Ακόμα, ο γιατρός μπορεί να συστήσει στον ασθενή κάποια φαρμακευτική αγωγή με παυσίπονα, καθώς και αερόβιες ασκήσεις και ασκήσεις που θα ενδυναμώσουν τον κορμό.
Τα τραυματικά κατάγματα αντιμετωπίζονται χειρουργικά με οπίσθια σταθεροποίηση δηλαδή σπονδυλοδεσία. Στα παθολογικά κατάγματα εφαρμόζεται συνήθως κυφοπλαστική ή σπονδυλοπλαστική. Όταν δε η παραμόρφωση του ή των σπονδύλων είναι μεγάλη και είναι αδύνατη τεχνικά η διενέργεια κυφοπλαστικής, απαιτείται και εδώ σπονδυλοδεσία.
Επικοινωνήστε τηλεφωνικά με τον νευροχειρουργό σπονδυλικής στήλης και εγκεφάλου, Δρ. Βλατάκη, και ενημερωθείτε αναφορικά με τα κατάγματα σπονδυλικής στήλης. Κλείστε το ραντεβού σας με τον γιατρό, για την απαραίτητη διάγνωση και τον σχεδιασμό ενός εξατομικευμένου πλάνου θεραπείας.
Προγραμματίστε το ραντεβού σας